Δεν είναι λίγες οι φορές που παρακολουθούμε με δέος την είδηση μιας παραβατικής έως και εγκληματικής πράξης από νέους ανθρώπους, μόνους ή σε ομάδες, και αντιστεκόμαστε να την αποδεχθούμε, δεν ξέρουμε που και πώς να την κατατάξουμε, εντέλει μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το μέλλον της κοινωνίας.
Της ψυχολόγου Δέσποινας Κωστοπούλου
Οι νέοι, θέλουμε να πιστεύουμε, αποτελούν την ελπίδα για κάτι καλύτερο, σε αυτούς εναποτίθεται η πρόοδος του αύριο. Αυτό θεωρούμε πως έχουμε φροντίσει να διευκολύνουμε. Όμως, περιστατικά όπως η μαζική δολοφονία παιδιών σε σχολεία των ΗΠΑ, το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού και η αυξανόμενη ειδησεογραφία επιθετικών συμπεριφορών από πλευράς των εφήβων, μας διαψεύδουν. Το οργανωμένο έγκλημα αποτελεί μια πιο σύνθετη μορφή παραβατικότητας που υπερβαίνει το σκεπτικό του παρόντος κειμένου.
Συχνά, με βιασύνη, θέλουμε να θεωρήσουμε ένα βίαιο γεγονός ως ατομική συμπεριφορά, που οφείλεται αποκλειστικά σε ψυχολογικά προβλήματα του δράστη, σε οικογενειακές δυσκολίες, στον αποκλεισμό που ενδεχομένως βιώνει. Η σύγχρονη επιστημονική σκέψη επιχειρεί να μας διαφωτίσει για αυτά τα φαινόμενα, προκειμένου να πάψει η κυριαρχία των στερεοτύπων του «ανήλικου παραβάτη», της «συμμορίας», ακόμα κι εκείνο το χιλιοειπωμένο του «επικίνδυνου ψυχασθενή» που, δυστυχώς, επιστρέφει σε πολλές περιπτώσεις.
Ο βρετανός ψυχαναλυτής Donald W. Winicott είχε ήδη επισημάνει πως οι νέοι αποτελούν το βαρόμετρο της κοινωνίας. Σε εποχές που διέπονται από την κρίση των αξιών, του πολιτικού συστήματος, της κοινωνικής συνοχής αλλά και από την αναγκαστική μετανάστευση, την επιβεβλημένη φτώχεια και ανεργία καθώς και την έλλειψη προοπτικής, τα πιο «αδύναμα» μέλη της κοινωνίας πλήττονται περισσότερο, ανάμεσά τους, οι έφηβοι και οι νέοι ενήλικες.
Εκτεθειμένοι στις μειώσεις και τις περικοπές που αφορούν τις καθημερινές ανάγκες και το μέλλον τους, με τις προοπτικές τους να προβλέπονται ζοφερές και υποτιμημένες, και μέσα σε μια αίσθηση γενικευμένης θλίψης, απώλειας και διαρκούς απειλής, η νεανική ορμή δεν βρίσκει πρόσβαση στη δημιουργικότητα και τον σχεδιασμό του πλάνου ζωής. Βρίσκει πόρτες κλειστές και θυματοποιείται. Τότε μιλάμε για παιδιά και νέους που βρίσκονται σε κίνδυνο. Η άλλη όψη του νομίσματος είναι η θυματοποίηση όλων των άλλων από τους «επικίνδυνους νέους». Πρόκειται για τις δύο αντιμαχόμενες ιδεολογίες στη νεώτερη δυτική σκέψη όσον αφορά την παιδική ηλικία: από τη μια, οι πρακτικές προστασίας και φροντίδας της παιδικής ηλικίας και από την άλλη οι πρακτικές επιτήρησης και ελέγχου. Το παιδί, ο νέος, απειλείται και ταυτόχρονα αποτελεί απειλή για τον σύγχρονο κόσμο.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι αντιδράσεις των νέων είναι συχνά ακραίες και εκφράζονται με διάφορους τρόπους: μειωμένος έλεγχος των παρορμήσεων, καταστροφή ξένης περιουσίας, επιθετικότητα προς τους άλλους, κλοπές, ψεύδη, σκληρότητα προς τα ζώα. Συναισθηματικά είναι συχνή η ψυχρότητα, η οργή, η θλίψη και η κατάθλιψη. Η έλλειψη σταθερών φιλικών σχέσεων, η μικρή ανοχή στα όρια και τον εξωτερικό έλεγχο, η τάση να θυματοποιεί και να θυματοποιείται κανείς, αποτελούν συχνά τρόπους του σχετίζεσθαι. Όπως το διατυπώνει ο Joachim Kerstern: «Ειδικά όταν λείπουν κοινωνική θέση και προοπτική, εκπαίδευση και άλλοι πόροι, τότε αποκτά νόημα και προσφέρει απόλαυση η βία».
Πολλοί παράγοντες επηρεάζουν τις ατομικές ψυχολογικές βάσεις της εκδήλωσης βίαιης και επιθετικής συμπεριφοράς στους νέους. Αυτοί εξηγούν γιατί δεν είναι όλοι οι νέοι βίαιοι. Οι οικογενειακοί παράγοντες πάντως που φαίνεται να εμπλέκονται στην εκδήλωση της βίας έχουν να κάνουν με τον ανασφαλή συναισθηματικό δεσμό μεταξύ παιδιού-μητέρας, την έλλειψη γονικής φροντίδας και τρυφερότητας, τις συχνές σωματικές τιμωρίες, την ανεπαρκή οριοθέτηση των συμπεριφορών του παιδιού, τις συχνές συζυγικές διαφωνίες, το διαζύγιο, την οικονομική ανέχεια, τις ψυχικές ασθένειες, την παραβατικότητα των γονέων.
Οι παραπάνω παράγοντες συντείνουν στην γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική παραμέληση της ανάπτυξης των παιδιών, των εφήβων και των νέων. Τα αποτελέσματα αυτής της παραμέλησης τα βρίσκουν οι ίδιοι οι νέοι και οι οικογένειές τους σε κάθε τους βήμα: δυσκολίες στην επεξεργασία γνωστικών πληροφοριών, ενώ συνυπάρχουν συχνά και μαθησιακές δυσκολίες χωρίς να έχουν διαγνωσθεί, έντονη παρορμητικότητα και ανεπαρκής έλεγχός της, ανάγκη για άμεση ικανοποίηση επιθυμιών και μικρή ανοχή στη ματαίωση. Επιπλέον, η συναισθηματική ανωριμότητα δίνει μεγάλο χώρο στον υπερβολικό εγωτισμό, την αποποίηση ευθυνών, την έλλειψη της ικανότητας να αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων, την έλλειψη ενοχών για τα αποτελέσματα των πράξεών τους, τα υψηλά επίπεδα θυμού και τις δυσκολίες στο χειρισμό του.
Με τέτοια «εφόδια», οι νέοι που εντάσσονται σε ομάδες με παραβατικό χαρακτήρα, βρίσκουν νόημα στη ζωή και χώρο να διοχετεύσουν την οργή από τις τρομερές ελλείψεις τους. Η άσκηση βίας είναι το τελικό προϊόν μιας μεγάλης διαδικασίας, που όμως μπορεί να είναι αναστρέψιμη με τις κατάλληλες παρεμβάσεις και υπηρεσίες. Η υποστήριξη της οικογένειας, η ανάπτυξη υγιών κοινωνικών σχέσεων και δικτύων, η προώθηση της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής σταδιοδρομίας αυξάνουν τις δυνατότητες ενός νέου χωρίς προοπτική, που κινδυνεύει να παγιδευτεί σε ακραίες ομάδες για να αποκτήσει ταυτότητα.
Δέσποινα Κωστοπούλου
Ψυχολόγος
d-kostopoulou1@ath.forthnet.gr
0 σχόλια:
Speak up your mind
Tell us what you're thinking... !