O Μπομπ Ντίλαν επηρέασε όσο λίγοι την σύγχρονη μουσική αλλά και τη σκέψη όσων μεγάλωσαν ή προβληματίστηκαν με τα τραγούδια του.
Ο Robert Allen Zimmerman γεννήθηκε στις 24 Μαΐου 1941 στο Ντουλούθ (Duluth) της Μιννεσότα. Ως μαθητής γυμνασίου άρχισε να παίζει φυσαρμόνικα, πιάνο και κιθάρα, ενώ συμμετείχε για πρώτη φορά σε συγκρότημα, τους Golden Chords ερμηνεύοντας τραγούδια των Τσακ Μπέρρυ (Chuck Berry) και Λιτλ Ρίτσαρντ (Little Richard), με έμφαση στη ροκ εν ρολλ, κάντρι, φολκ και μπλουζ μουσική. Το 1959 φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Μινεάπολης. Εκεί άκουσε για πρώτη φορά τη μουσική του φολκ θρύλου Γούντι Γκάθρι (Woody Guthrie), έγινε λάτρης του και αποφάσισε να τον συναντήσει. Για το σκοπό αυτό παράτησε τις σπουδές του και έφτασε στη Νέα Υόρκη, την μητρόπολη της μουσικής αλλά και το μέρος που μπορούσε να συναντήσει το ίνδαλμα του.
Ο Γκάθρι, που νοσηλευόταν σε νοσοκομείο, έχρισε τον νεαρό θαυμαστή του από τη Μινεσότα διάδοχό του. Εν τω μεταξύ, ο Ρόμπερτ Ζίμερμαν μετονομάστηκε σε Μπομπ Ντίλαν. Κατά μια εκδοχή, αυτό οφείλεται στην επιρροή από τον Ουαλλό ποιητή Ντίλαν Τόμας (Dylan Thomas), ο οποίος πέθανε στην Νέα Υόρκη το 1953 στα 39 του χρόνια από υπερβολική χρήση οινοπνευματωδών. Θεωρείται πιθανό ότι προς τιμήν του o Ζίμερμαν άλλαξε το όνομα του επιλέγοντας το Bob Dylan. Έμελλε με αυτό το όνομα, πέρα από μουσικός να γίνει και ποιητής-στιχουργός. Το 1960 άρχισε να παίζει σε διάφορους μουσικούς χώρους, με το νέο του όνομα και έχοντας ως μουσικό πρότυπο τον Γκάθρι. Τραγουδούσε σε πλατείες και folk bars στην περιοχή του Γκρίνουϊτς Βίλατζ (Greenwich Village). Ο γνωστός μουσικός δημοσιογράφος Ρόμπερτ Σέλτον έγραψε γι' αυτόν: "Αυτό το αγόρι, μια διασταύρωση παιδιού του κατηχητικού και μπήτνικς έχει μεγάλο ταλέντο". Σύντομα, ο Ντίλαν υπέγραψε συμβόλαιο με την πολυεθνική δισκογραφική εταιρεία Κολούμπια. Μέχρι σήμερα ηχογραφεί στην ίδια εταιρεία.
Το πρώτο album
Bob Dylan και Joan Baez, 1963.
Στις αρχές του 1962 κυκλοφόρησε ο πρώτος ομώνυμος δίσκος του, με δύο δικά του τραγούδια (Talking New York, Song for Woody) και τα υπόλοιπα διασκευές μεταξύ των οποίων και το The House of the Rising Sun.
Ο δεύτερος δίσκος του κυκλοφόρησε το 1963 με τίτλο The Freewheelin' Bob Dylan, ο οποίος περιείχε και το πολύ δημοφιλές τραγούδι Blowin' in the wind. Με αυτόν το δίσκο ο Dylan ξέφυγε από τα στενά όρια της folk κοινότητας της Νέας Υόρκης και έγινε ευρύτερα γνωστός. Η φυσιογνωμία του, ο τρόπος ερμηνείας, οι στίχοι, η μουσική του αλλά και οι ριζοσπαστικές απόψεις του έστρεψαν τα φώτα της δημοσιότητας πάνω του. Απέκτησε ένα ένθερμο κοινό από, δίνοντας πολλές συναυλίες ενώ στίχοι του γίνονταν συνθήματα για τους νέους.
Ο τραγουδιστής διαμαρτυρίας
Ο Dylan είναι η νέα φωνή της Αμερικής, είναι η διαμαρτυρία, η άρνηση, η αμφισβήτηση, η επανάσταση. Αυτός όμως αρνείται τον ρόλο της φωνής του κινήματος. Εγκαταλείπει τα τραγούδια διαμαρτυρίας και επηρεασμένος από τους μεγάλους συμβολιστές ποιητές (Baudelaire, Rimbaud και κυρίως τον T. S. Elliot) δημιουργεί πολύπλοκα rock ποιήματα. Κυκλοφορεί τρεις οριακούς, μεγάλους δίσκους, που καθορίζουν την ιστορία της rock: Highway 61 Revisited: Like A Rolling Stone, Desolation Row, Queen Jane Approximately, Ballad of a Thin Man, δίσκος που σηματοδότησε τη στροφή του στο ηλεκτρικό blues. Bringing it all back home: Subterranean homesick blues, Maggie's Farm, Love minus zero/No limit, Mr. Tambourine Μan, Blonde on Blonde: Rainy Day Women, Just Like A Woman, I want you, Leonard Skin Pillbox Hat, Obviously 5 believers. Οι πιστοί folk οπαδοί που τον αποδοκιμάζουν στο Newport Festival (1965) όταν ανεβαίνει στη σκηνή με δερμάτινη ζακέτα και ψηλοτάκουνες μπότες και τολμά να παίξει ηλεκτρική κιθάρα Fender Stratocaster θα δώσουν τη θέση τους σε χιλιάδες νέους θαυμαστές. O 25χρόνος Dylan έχει πάνω από 10.000.000 πωλήσεις δίσκων. Γίνεται σημαία, rock λάβαρο.
Το 1965 αποτελεί έτος ορόσημο. Η rock μουσική αμφισβητεί διαρκώς το κατεστημένο, κοινωνικό και πολιτικό. Μια μουσική μόνιμης και διαρκούς αμφισβήτησης. Το καλοκαίρι του 1965 ένα δικό του τραγούδι, το Mr. Tambourine Man γίνεται μεγάλη επιτυχία παιγμένο από τους Byrds. Στις 22 Νοεμβρίου του ίδιου έτους σε διακοπές στην Ισπανία παντρεύεται την Sara Lawndes. Κάνουν μαζί 2 παιδιά.
Το 1966 κάνει παγκόσμια περιοδεία με το συγκρότημα του, τους The Hawks (που αργότερα έγιναν γνωστοί ως The Band). Tον Mάιο δίνει μια ιστορική συναυλία στην Αγγλία που ηχογραφείται, αλλά κυκλοφορεί μετά από 22 χρόνια το 1998. Μετά το τέλος της περιοδείας του, αγοράζει ένα παλιό σπίτι στην εξοχή, κοντά στην Νέα Υόρκη στην περιοχή του Woodstock. Ξεκουράζεται και ηρεμεί. Το πρωί της 29 Ιουλίου εκείνης της χρονιάς τραυματίζεται σοβαρά με την μηχανή του, μια μαύρη Triumph 500. Σπάει λαιμό, κόκαλα, έχει πολλά τραύματα στο πρόσωπο. Πολλοί λένε ότι ήταν δολοφονική ενέργεια από την CIA. άλλοι ότι μετά το ατύχημα ο Dylan δεν ήταν πια ο ίδιος. Για ενάμιση χρόνο αναρρώνει απομονωμένος στο σπίτι του στο Woodstock, απολαμβάνοντας την οικογενειακή ζωή. Δέχεται ελάχιστους φίλους: τα μέλη των Hawks και τον Allen Ginsberg. Όλο αυτό το διάστημα έγραφε τραγούδια, πότε στο σπίτι του, πότε στο κοντινό υπόγειο των Band, το φημισμένο Big Pink. Οι ηχογραφήσεις αυτές κυκλοφόρησαν το 1975 σε album, το περίφημο The Basement Tapes, αφού σχεδόν όλα είχαν βγει στην αγορά ανεπίσημα, ως bootlegs. Ο Dylan επιστρέφει στο στούντιο και τον Ιανουάριο του 1968 κυκλοφορεί τον δίσκο John Wesley Harding που περιλάμβανε και το All along the Watchtower, πιο γνωστό από την διασκευή του Jimi Hendrix. Το 1969 κυκλοφορεί τον country δίσκο Nashville Skyline με συμμετοχή των Charlie Daniels και Johnny Cash με single το Lay Lady Lay, όπου ακούμε τον Dylan με μια νέα, μελωδική φωνή.
Είμαστε στο τέλος της δεκαετίας του 1960, μια εποχή επικίνδυνη και άγρια. Η γενιά του καίγεται σωματικά και εγκεφαλικά, υπό την επήρεια ψυχεδελικών ουσιών, που σε λίγα χρόνια θα αντικατασταθούν απ' την ηρωίνη. Η μουσική ακολουθεί τους ίδιους δρόμους (ψυχεδέλεια, flower power). Ο Dylan, αντίθετα, αποφασίζει να κάνει το αγροτικό του, γυρίζει στις υπαίθριες ρίζες για να κρατηθεί. Ταυτόχρονα απέχει από συναυλίες και κυκλοφορεί δίσκους με διασκευές και επανεκτελέσεις δικών του τραγουδιών. Μοναδικές έντονες στιγμές, η συμμετοχή του στην συναυλία που διοργάνωσε ο φίλος του George Harrison των Beatles για φιλανθρωπικούς σκοπούς, η συμμετοχή του με ένα μικρό ρόλο στην ταινία του Sam Peckinpah Pat Garret and Billy the Kid, για την οποία έγραψε και τη μουσική και η κυκλοφορία του Planet Waves το 1973, που έδειξε ότι κάτι κινείται.
Η επιστροφή
Το 1974 είναι η χρονιά της μεγάλης επιστροφής. Πραγματοποιεί σειρά θριαμβευτικών συναυλιών με τους Band, από τις οποίες θα κυκλοφορήσει ένας διπλός live δίσκος, Before the flood. Το 1975 είναι μια μεγάλη και παραγωγική χρονιά για τον Bob Dylan και μια δύσκολη περίοδος για τον γάμο του με τη Sara. Στις αρχές τις χρονιάς κυκλοφορεί το αριστουργηματικό Blood on the Tracks, εμπνευσμένο από την έγγαμη συμβίωση και τις δυσκολίες της. Η χρονιά κλείνει με το Desire, το οποίο περιέχει το Sara, ένα τραγούδι ύμνο στη γυναίκα του. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι με αυτό το τραγούδι έφερε ξανά έστω και προσωρινά κοντά του τη Sara. Τον Nοέμβριο του 1976 ο Dylan χόρεψε μαζί με τους Neil Young, Van Morrison, Eric Clapton, Joni Mitchell, Dr. John και Ronnie Hawkins στο "τελευταίο βαλς" των Band. Η μεγαλειώδης συναυλία ηχογραφήθηκε, κυκλοφόρησε σε δίσκο (The Last Waltz) και κινηματογραφήθηκε από τον Martin Scorsese. Το 1977 εκδίδεται το διαζύγιο με τη Sara. Ο Dylan αναζητά διέξοδο, στην αρχή σε εφήμερες σχέσεις και κατόπιν στον χριστιανισμό.
Το 1979 το Slow Train Coming ανοίγει μια τριλογία δίσκων, με τους οποίους ο Dylan ψάχνει να βρει εκείνον που βάπτισε όλα τα ζωντανά πλάσματα, ψάχνει την αρχή, το αργοκίνητο τρένο της δημιουργίας. Γίνεται ένας αναγεννημένος χριστιανός (New-born Christian) και απογοητεύει τους παλιούς προοδευτικούς οπαδούς του. Τη δεκαετία του '80, αυτή την δύσκολη δεκαετία για όλους τους μύθους της πρώτης rock γενιάς, ο Dylan χάνεται και χάνει. Τον απορροφά η μαύρη τρύπα των πολλαπλών θρησκευτικών και πολιτικών αναζητήσεων. Η σημαία ξεθωριάζει. Τα προσωπικά του αδιέξοδα τον απομονώνουν από τους χιλιάδες φίλους του. Όμως συνεχίζει να βγάζει δίσκους (έστω και μέτριους), να κάνει περιοδείες, να υπάρχει, να ψάχνεται, και το 1989 κυκλοφορεί έναν εμπνευσμένο δίσκο, σε παραγωγή Daniel Lanoix, το Oh Mercy.
Έφηβος για πάντα
Το 1992 γιορτάζει τα 30 χρόνια επί σκηνής με καλεσμένους όλους τους παλιούς του φίλους. Κάνει παγκόσμια περιοδεία, έρχεται μάλιστα και στην Ελλάδα στις 14 Ιουνίου του 1993. Όλα αυτά τα χρόνια δεκάδες καλλιτέχνες διαφόρων μουσικών ειδών διασκευάζουν τα τραγούδια του. Όμως, η πηγή της έμπνευσης του Ντίλαν δεν στέρεψε. Συνεχίζει να βγάζει μεγάλους δίσκους και να θυμίζει ότι υπάρχει ως ενεργός δημιουργός.
Σχεδόν 60χρονος, κυκλοφορεί το 1997 το Time Out of Mind, γραμμένο πριν και μετά από μια μεγάλη περιπέτεια υγείας με την καρδιά του και ένα ταξίδι στον παράδεισο μετ' επιστροφής. Ένας δίσκος κλάσης, ένας δίσκος που φέρει την υπογραφή του ίδιου του Ντίλαν (Love Sick, Dirt Road Blues, Tryin' to get to heaven, Cold Irons Bound, Can't Wait) αλλά παράλληλα ένας σύγχρονος δίσκος που πετυχαίνει και εμπορικά. Το Time Out of mind σαρώνει τα βραβεία Grammy, ανοίγοντας μια περίοδο απόδοσης τιμών. Τα επόμενα χρόνια βραβεύεται από τον βασιλιά της Σουηδίας, προτείνεται για το Νόμπελ Λογοτεχνίας και παίρνει το Βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι Things have changed. Ο τελευταίος του δίσκος του, Love and Theft, κυκλοφόρησε στις 11 Σεπτεμβρίου του 2001, την ίδια ημέρα των τρομοκρατικών επιθέσεων της Αλ Κάιντα στους Δίδυμους Πύργους της Νέας Υόρκης και στο αμερικανικό Πεντάγωνο.
Ο Ντίλαν επιβεβαιώνει ότι διανύει μια ακόμη εφηβεία, συμμετέχοντας σε ταινίες, διαφημιστικά, και φυσικά περιοδεύοντας ανά τον κόσμο σε μια "Never Ending Tour". Τελευταίο του δημιούργημα, ο πρώτος τόμος της αυτοβιογραφίας του με τίτλο Chronicles.
O Μπομπ Ντίλαν, πολύ μεγάλος μουσικός, στιχουργός και ποιητής επηρέασε όσο λίγοι την σύγχρονη μουσική αλλά και τη σκέψη όσων μεγάλωσαν ή προβληματίστηκαν με τα τραγούδια του. Δεκάδες επίσημοι και ανεπίσημοι δίσκοι, βιογραφίες, διασκευές, ακυκλοφόρητες μαγνητοταινίες και τραγούδια μαρτυρούν το μέγεθος της επιρροής αυτής. Ωστόσο για τον καθένα που τον έχει γνωρίσει μέσα από τις δημιουργίες του, ο Μπομπ Ντίλαν είναι μια προσωπική διαδρομή, ένα ταξίδι. Ένα από εκείνα που ξεκινούν ένα χειμωνιάτικο πρωινό στη Νέα Υόρκη ή σε κάποιο δισκάδικο στο Μοναστηράκι...
Πηγή: musicheaven.gr